Διόνυσος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Διόνυσος | οι | Διόνυσοι |
γενική | του | Διόνυσου & Διονύσου |
των | Διόνυσων & Διονύσων |
αιτιατική | τον | Διόνυσο | τους | Διόνυσους & Διονύσους |
κλητική | Διόνυσε | Διόνυσοι | ||
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |

Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Διόνυσος < αρχαία ελληνική Διόνυσος
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈðʝo.ni.sos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Διό‐νυ‐σος
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Διόνυσος αρσενικό
- ανδρικό όνομα
- (ελληνική μυθολογία, θεωνύμιο) μυθολογικός θεός της γονιμότητας και του κρασιού, γιος του Δία και της Σεμέλης, προς τιμήν του οποίου γίνονταν οι λατρευτικές διονυσιακές γιορτές, τα Διονύσια.
- ονομασία οικισμών της Ελλάδας
Συνώνυμα[επεξεργασία]
[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
Διόνυσος στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|
Δῐονῡσο- | |||||
ονομαστική | ὁ | Διόνυσος | οἱ | Διόνυσοι | |
γενική | τοῦ | Διονύσου | τῶν | Διονύσων | |
δοτική | τῷ | Διονύσῳ | τοῖς | Διονύσοις | |
αιτιατική | τὸν | Διόνυσον | τοὺς | Διονύσους | |
κλητική ὦ! | Διόνυσε | Διόνυσοι | |||
δυϊκός | |||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Διονύσω | |||
γεν-δοτ | τοῖν | Διονύσοιν | |||
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Διόνυσος < Συγγενές: μυκηναϊκή 𐀇𐀺𐀝𐀰 (di-wo-nu-so) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Διόνυσος αρσενικό
- (ελληνική μυθολογία, θεωνύμιο) ο θεός Διόνυσος
- ανδρικό όνομα
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
- επικός τύπος : Διώνυσος
- βοιωτικός τύπος : Διώνουσος
- άλλες μορφές: Δεύνυσος, Δίνυσος, Διένυσος
[επεξεργασία]
- Διονυσιακός
- Διονύσιος
- (Χρειάζεται επεξεργασία)
Πηγές[επεξεργασία]
- Διόνυσος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- Διόνυσος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'καρδινάλιος' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ελληνική μυθολογία (νέα ελληνικά)
- Θεωνύμια (νέα ελληνικά)
- Οικισμοί της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Οικισμοί (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ελλάδας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'θρίαμβος' (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα που κλίνονται όπως το 'θρίαμβος' (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα 2ης κλίσης αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα αρσενικά προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα που κλίνονται όπως το 'θρίαμβος' αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις προπαροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Κύρια ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Ελληνική μυθολογία (αρχαία ελληνικά)
- Θεωνύμια (αρχαία ελληνικά)
- Ανδρικά ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)