μονόφυλλος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- μονόφυλλος < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή μονόφυλλος. Μορφολογικά αναλύεται σε μονό- + -φυλλος.
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /moˈno.fi.los/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μο‐νό‐φυλ‐λος
Επίθετο
[επεξεργασία]μονόφυλλος, -η, -ο
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- μονόφυλλος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- μονόφυλλος < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή μονόφυλλος (φυτό) με ένα φύλλο. Μορφολογικά αναλύεται σε μονό- + -φυλλος.
Επίθετο
[επεξεργασία]μονόφυλλος
Πηγές
[επεξεργασία]- μονόφυλλος - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- μονόφυλλος (ελληνιστική κοινή) < αρχαία ελληνική μονό- + -φυλλος
Επίθετο
[επεξεργασία]μονόφυλλος, -ος, -ον (ελληνιστική κοινή)
- (βοτανική) μονόφυλλος, (φυτό) με ένο φύλλο
Συγγενικά
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- μονόφυλος (από μία φυλή, ένα φύλο)
Πηγές
[επεξεργασία]- μονόφυλλος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα μονό- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -φυλλος (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Βοτανική (νέα ελληνικά)
- Μεσαιωνικά ελληνικά
- Επίθετα (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Ενδυμασία (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Επίθετα με κλίση όπως το 'δύσκολος' (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'δύσκολος' (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις προπαροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (ελληνιστική κοινή)
- Παραγωγή λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις με πρόθημα μονό- (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις με επίθημα -φυλλος (ελληνιστική κοινή)
- Ελληνιστική κοινή
- Επίθετα (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Βοτανική (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)