ενδιαφέρων
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | ενδιαφέρων & ενδιαφέροντας |
η | ενδιαφέρουσα | το | ενδιαφέρον |
γενική | του | ενδιαφέροντος & ενδιαφέροντα |
της | ενδιαφέρουσας & ενδιαφερούσης* |
του | ενδιαφέροντος |
αιτιατική | τον | ενδιαφέροντα | την | ενδιαφέρουσα | το | ενδιαφέρον |
κλητική | ενδιαφέρων & ενδιαφέροντα |
ενδιαφέρουσα | ενδιαφέρον | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | ενδιαφέροντες | οι | ενδιαφέρουσες | τα | ενδιαφέροντα |
γενική | των | ενδιαφερόντων | των | ενδιαφερουσών | των | ενδιαφερόντων |
αιτιατική | τους | ενδιαφέροντες | τις | ενδιαφέρουσες | τα | ενδιαφέροντα |
κλητική | ενδιαφέροντες | ενδιαφέρουσες | ενδιαφέροντα | |||
Ίδιες είναι οι αρχαίες καταλήξεις για τα τρία γένη: -ων, -ουσα, -ον Οι δεύτεροι τύποι του αρσενικού, νεότερες μορφές. * παλιότερος λόγιος τύπος | ||||||
ομάδα 'τρέχων', Κατηγορία όπως «τρέχων» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ενδιαφέρων < μετοχή ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος ενδιαφέρω[1],(μεταφραστικό δάνειο) γαλλική intéressant[2]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /en.ði̯aˈfe.ɾon/ & /en.ðʝaˈfe.ɾon/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : εν‐δι‐α‐φέ‐ρων
- ομόηχο: ενδιαφέρον
Επίθετο
[επεξεργασία]ενδιαφέρων, -ουσα, -ον
- που προσελκύει το ενδιαφέρον, που τραβάει την προσοχή
- ≠ αντώνυμα: αδιάφορος
- ⮡ Είναι ενδιαφέρων άνθρωπος, ασχολείται με πολλά πράγματα.
- ⮡ Χθες είδαμε μια ενδιαφέρουσα ταινία στον κινηματογράφο.
- ⮡ Έχει ενδιαφέρον πρόσωπο. (το βρίσκω ελκυστικό ή ιδιαίτερο)
- ⮡ Είναι ενδιάφερον ότι οι μέρες φαίνονται να περνάνε ολοένα και πιο γρήγορα καθώς μεγαλώνεις. (περιέργως...)
- ⮡ Βρίσκω ενδιαφέροντα όσα λες. (ενδιαφέρομαι για/με ενδιαφέρουν αυτά που λες)
- (το ουδέτερο ως ουσιαστικό) αυτό που αξίζει την προσοχή μας
- ⮡ Το ενδιαφέρον είναι ότι, ενώ κάποιες μέρες δεν θυμάσαι ούτε ένα σου όνειρο, άλλες μέρες θυμάσαι πάρα πολλές.
- ⮡ Το ενδιαφέρον έγκειται στο ότι η διδακτική αυτή μέθοδος γίνεται μόνο με την σκέψη και τον διάλογο και η γραφή δεν επιτρέπεται.
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- Συχνό λάθος, ιδιαιτέρως στον προφορικό λόγο, αποτελεί η χρήση του ενδιαφέρον αντί για ενδιαφέρουσα π.χ. ενδιαφέρον ταινία αντί για ενδιαφέρουσα ταινία
Εκφράσεις
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]- ενδιαφέρω
- ενδιαφέρον
- ενδιαφερόντως (επίρρημα)
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ενδιαφέρων
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ ενδιαφέρων - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ ενδιαφέρων - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Κατηγορίες:
- Μετοχές που κλίνονται όπως η ομάδα 'τρέχων' (νέα ελληνικά)
- Μετοχές που κλίνονται όπως το 'τρέχων' (νέα ελληνικά)
- Μετοχές ενεργητικού ενεστώτα (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Ομόηχα (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)