υπερούσιος
(Ανακατεύθυνση από Υπερούσιος)
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- υπερούσιος < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή ὑπερούσιος < αρχαία ελληνική ὑπέρ + οὐσία < εἰμί
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /i.peˈɾu.si.os/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : υ‐πε‐ρού‐σι‐ος
- παλιότερος συλλαβισμός : υ‐περ‐ού‐σι‐ος
Επίθετο[επεξεργασία]
υπερούσιος, -α, -ο
- (λόγιο) που είναι πάνω και πέρα από την ουσία, την ύλη, που δεν γίνεται κατανοητός με τις αισθήσεις
- (κατ’ επέκταση, θρησκεία) ο θεός (συνήθως με κεφαλαίο αρχικό: Υπερούσιος)
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
- υπερουσιότητα
- → δείτε τις λέξεις υπέρ και ουσία
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
υπερούσιος
|
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως η ομάδα 'ωραίος' (νέα ελληνικά)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'θαυμάσιος' (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λόγιοι όροι (νέα ελληνικά)
- Θρησκεία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)