κλεισούρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Κλεισούρα

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κλεισούρα οι κλεισούρες
      γενική της κλεισούρας
    αιτιατική την κλεισούρα τις κλεισούρες
     κλητική κλεισούρα κλεισούρες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κλεισούρα < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική κλεισούρα[1] [2] Με παρετυμολόγηση από τη λέξη κλείνω < υστερολατινική clausura < λατινική clausus, μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος claudo < πρωτοϊταλική *klaudō < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *kleh₂u- (κλειδί, γάντζος, καρφί)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /kliˈsu.ɾa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κλει‐σού‐ρα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κλεισούρα θηλυκό

  1. (γεωγραφία, παρωχημένο) στενωπός, στενό πέρασμα μεταξύ δύο βουνών
     συνώνυμα: ορεινό πέρασμα, δερβένι, κλεισώρεια
    → δείτε  Κατηγορία:Ορεινά περάσματα (κλεισούρες) της Ελλάδας στο Βικιλεξικό
  2. (κατ’ επέκταση, προφορικό) το κλείσιμο / η παραμονή σε κάποιο χώρο χωρίς έξοδο για αρκετό καιρό
  3. η δυσάρεστη αίσθηση ή μυρωδιά που προκαλεί ένας χώρος ο οποίος έμεινε κλειστός για πολύ καιρό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. κλεισούρα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κλεισούρα λέξη του 6ου αιώνα < (άμεσο δάνειο) υστερολατινική clausura / clusura (γενική σημασία) με παρετυμολογική σύνδεση προς το κλείνω (λατινική claudo[1]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κλεισούρα θηλυκό

  • (γεωγραφία) στενό ορεινό πέρασμα
    ※  11ος αιώνας Μιχαήλ Ατταλειάτης (1022-1080), Ἱστορία
    [...] ὑπερέβη τοὺς αὐλῶνας ἐκείνους καὶ τὰς κλεισούρας δι' ὧν ἡ Κοίλη Συρία τῆς Κιλικίας χωρίζεται.
    books.google Corpus scriptorum historiae byzantinae, Volume 47, έκδοση Deutsche Akademie der Wissenschaften zu Berlin, Bonnae, 1853, σελ. 120.

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Σύνθετα[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]