γεώδης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο γεώδης η γεώδης το γεώδες
      γενική του γεώδους της γεώδους του γεώδους
    αιτιατική τον γεώδη τη γεώδη το γεώδες
     κλητική γεώδη(ς) γεώδης γεώδες
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι γεώδεις οι γεώδεις τα γεώδη
      γενική των γεωδών των γεωδών των γεωδών
    αιτιατική τους γεώδεις τις γεώδεις τα γεώδη
     κλητική γεώδεις γεώδεις γεώδη
Κατηγορία όπως «μανιώδης» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γεώδης < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική γεώδης / γαιώδης < γῆ + -ώδης (& (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική géode[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ʝeˈo.ðis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: γε‐ώ‐δης

Επίθετο[επεξεργασία]

γεώδης, -ης, -ες

  1. που είναι όμοιος με γη ή έχει το χρώμα της γης, του χώματος
     συνώνυμα: χωματώδης
  2. που αποτελείται από γη / χώμα ή προέρχεται απ' αυτά

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

  • → δείτε τη λέξη γη

Μεταφράσεις[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

→ γένη αρσενικό & θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική / γεώδης τὸ γεῶδες
      γενική τοῦ/τῆς γεώδους τοῦ γεώδους
      δοτική τῷ/τῇ γεώδει τῷ γεώδει
    αιτιατική τὸν/τὴν γεώδη τὸ γεῶδες
     κλητική ! γεῶδες γεῶδες
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ/αἱ γεώδεις τὰ γεώδη
      γενική τῶν γεώδων τῶν γεώδων
      δοτική τοῖς/ταῖς γεώδεσ(ν) τοῖς γεώδεσ(ν)
    αιτιατική τοὺς/τὰς γεώδεις τὰ γεώδη
     κλητική ! γεώδεις γεώδη
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ γεώδει τὼ γεώδει
      γεν-δοτ τοῖν γεώδοιν τοῖν γεώδοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'μανιώδης' όπως «μανιώδης» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γεώδης < γαιώδης < αρχαία ελληνική γαῖα + -ώδης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Επίθετο[επεξεργασία]

γεώδης, -ης, -ες

Άλλες γραφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

  • → δείτε τη λέξη γῆ

Πηγές[επεξεργασία]

  1. γεώδηςΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)