κοντός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
AtouBot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Αλλαγή ξεν με τ
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 2: Γραμμή 2:


{{-ετυμ-}}
{{-ετυμ-}}
* κοντός < από το αρχαίο ελληνικό ουσιαστικό ''κοντός'' < [[κοντάρι]]
* '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} ''κοντός'' < [[κοντάρι]]

{{-ουσ-|el}}
'''{{PAGENAME}}''' {{α}}
* το [[κοντάρι]]

{{πολυ-ουσ}}
* [[άλμα επί κοντώ]]


{{-επιθ-|el}}
{{-επιθ-|el}}
Γραμμή 15: Γραμμή 22:
:: {{συνων}} [[βραχύς]]
:: {{συνων}} [[βραχύς]]
:: {{αντιθ}} [[μακρύς]]
:: {{αντιθ}} [[μακρύς]]

{{-ουσ-|el}}
'''κοντός''' {{α}}
* το [[κοντάρι]]


{{-συγγ-}}
{{-συγγ-}}

Αναθεώρηση της 11:49, 8 Μαρτίου 2009

Πρότυπο:=el=

Πρότυπο:-ετυμ-

Πρότυπο:-ουσ- κοντός αρσενικό

Πρότυπο:πολυ-ουσ

Πρότυπο:-επιθ-

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο κοντός η κοντή το κοντό
      γενική του κοντού της κοντής του κοντού
    αιτιατική τον κοντό την κοντή το κοντό
     κλητική κοντέ κοντή κοντό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι κοντοί οι κοντές τα κοντά
      γενική των κοντών των κοντών των κοντών
    αιτιατική τους κοντούς τις κοντές τα κοντά
     κλητική κοντοί κοντές κοντά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

κοντός, -ή, -ό

  • (για άνθρωπο ή άλλο ζωντανό ον) που έχει μικρό ανάστημα
 συνώνυμα: δείτε πιο κάτω
Πρότυπο:αντιθ ψηλός
  • (για αντικείμενο) που έχει μικρό ύψος
Πρότυπο:αντιθ ψηλός
  • (για αντικείμενο) που έχει μικρό μήκος
 συνώνυμα: βραχύς
Πρότυπο:αντιθ μακρύς

Πρότυπο:-συγγ-

Πρότυπο:-συνων- για άνθρωπο ή ζώο

Πρότυπο:-μτφ-