ουρανός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | ουρανός | οι | ουρανοί |
γενική | του | ουρανού | των | ουρανών |
αιτιατική | τον | ουρανό | τους | ουρανούς |
κλητική | ουρανέ | ουρανοί | ||
Πληθυντικός, και «τα ουράνια». | ||||
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |


Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ουρανός < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική οὐρανός
- επιστέγασμα, οροφή < (λόγιο) σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική ciel de lit[1]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /u.ɾaˈnos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ου‐ρα‐νός
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ουρανός αρσενικό
- ο αέρας της ατμόσφαιρας και το διάστημα πέρα από αυτόν, όπως φαίνονται από τη γη, με σχήμα θόλου και βάση τον ορίζοντα
- ↪ νεφοσκεπής / καθαρός / σκοτεινός / έναστρος ουρανός
- (θρησκεία) η κατοικία του Θεού, των αγγέλων, των αγίων και ο τόπος που πηγαίνουν οι ψυχές των νεκρών
- το επιστέγασμα που έχει θολωτή μορφή, π.χ. σε κρεβάτι, αυτοκίνητο
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- καθαρός ουρανός, αστραπές δε φοβάται: ο άνθρωπος με τιμιότητα και ειλικρίνεια δε φοβάται την κριτική των άλλων
- μου ήρθε ο ουρανός σφοντύλι: ζαλίστηκα → δείτε την έκφραση: μένω άγαλμα
- στον έβδομο ουρανό: σε κατάσταση απόλυτης ευτυχίας
- στον ουρανό το γύρευα και στη γη το βρήκα: για κάτι δύσκολο να πραγματοποιηθεί, αλλά που συμβαίνει αναπάντεχα
Συνώνυμα[επεξεργασία]
[επεξεργασία]
Σύνθετα[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη ουρανο- Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα ουρανο- στο Βικιλεξικό
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
ουρανός στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ουράνιος θόλος
[επεξεργασία]
- ↑ ουρανός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναός' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Σημασιολογικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Θρησκεία (γαλλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)