Κατηγορία:Λέξεις με πρόθημα αν- από το στερητικό α- (νέα ελληνικά)
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γλώσσα: Νέα ελληνικά » Ετυμολογία » Μορφολογία » Προσφύματα » Προθήματα » Λέξεις κατά πρόθημα » αν- |
Μορφές:
- στερητικό
- με α-, με ά-
- με το στερητικό αν- ή με -άν διαφορετική από την Κατηγορία με το αν- από ανά
- με ανε-, με ανέ-, με ανη-, με ανή-, ανα- από το στερητικό α-
Επίσης δείτε
Άρθρα στην κατηγορία "Λέξεις με πρόθημα αν- από το στερητικό α- (νέα ελληνικά)"
Αυτή η κατηγορία περιέχει τις ακόλουθες 61 σελίδες, από 61 συνολικά.
Α
- ανάγιαστος
- αναίτιος
- ανακρίβεια
- ανακριβολογία
- αναξιόπιστος
- αναπόδεικτος
- αναποφάσιστος
- αναπόφευκτος
- αναστιγματικός
- ανεγκεφαλία
- ανεγκλώβιστος
- ανεδαφικός
- ανέκκλητος
- ανεκπλήρωτος
- ανεκτύπωτος
- ανεμβολίαστος
- ανέμπνευστος
- ανενταφίαστος
- ανεξερεύνητος
- ανεξιστόρητος
- ανεξοικείωτος
- ανεξόρυκτος
- ανεπάρκεια
- ανεπίβλεπτος
- ανεπιεικής
- ανεπιθύμητος
- ανεπικαιρότητα
- ανεπίπλαστος
- ανεπίπλωτος
- ανεπίσημος
- ανεπισκεύαστος
- ανεργία
- ανευρίσκω
- ανιδέαστος
- ανικανοποίηση
- ανικτερικός
- ανισόδομος
- ανισοζύγιση
- ανισομετρία
- ανισονομία
- ανισοπεδοποίηση
- ανισοσκελία
- ανισοτέλεια
- ανισοτελής
- ανισόχρονος
- ανοίκειος
- ανολοκλήρωτος
- ανομοιοκατάληκτος
- ανομοιοκαταληξία
- ανομοίωση
- ανοργανωτικός
- ανοργάνωτος
- ανόρεξος
- ανορθοδοξία
- ανορθολογιστής
- ανοσμία
- ανοσφρησία
- ανυμνολόγητος
- ανυπαρξία
- ανυποδούλωτος
- ανυπόφερτος