μουνί: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Johnanth (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
AtouBot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Νέο Σύστημα
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{=el=}}
=={{-el-}}==
{{el-κλίσ-'παιδί'|μουν}}
{{el-κλίσ-'παιδί'|μουν}}
==={{ετυμολογία}}===
{{-ετυμ-}}
:# '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[μνοῦς]] (: [[χνούδι]], απαλό [[μαλλί]])
:# '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[μνοῦς]] (: [[χνούδι]], απαλό [[μαλλί]])
:# '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[εὐνή]] (: συζυγικό [[κρεβάτι]], γαμήλια [[κλίνη]])
:# '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[εὐνή]] (: συζυγικό [[κρεβάτι]], γαμήλια [[κλίνη]])


==={{προφορά}}===
{{-προφ-}}
{{ΔΦΑ|mu.ˈni}}
{{ΔΦΑ|mu.ˈni}}


{{-ουσ-|el}}
==={{ουσιαστικό|el}}===
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
'''{{PAGENAME}}''' {{ο}}
# το [[αιδοίο]], το γυναικείο αναπαραγωγικό [[όργανο]]· αφορά περισσότερο στα εξωτερικά χαρακτηριστικά της περιοχής και όχι στον [[κόλπος|κόλπο]]. Χρησιμοποιείται ευρέως στην καθημερινή, αλλά θεωρείται άσεμνη λέξη
# το [[αιδοίο]], το γυναικείο αναπαραγωγικό [[όργανο]]· αφορά περισσότερο στα εξωτερικά χαρακτηριστικά της περιοχής και όχι στον [[κόλπος|κόλπο]]. Χρησιμοποιείται ευρέως στην καθημερινή, αλλά θεωρείται άσεμνη λέξη
Γραμμή 16: Γραμμή 16:
# {{μτφρ-υβριστ}} [[άτιμος]], [[πρόστυχος]] ή [[κακόβουλος]] άνθρωπος
# {{μτφρ-υβριστ}} [[άτιμος]], [[πρόστυχος]] ή [[κακόβουλος]] άνθρωπος


===={{εκφράσεις}}====
{{-εκφρ-}}
* '''έγινα μουνί''': επήλθα σε [[άθλια]] κατάσταση, συνήθως από νερό/βρέξιμο
* '''έγινα μουνί''': επήλθα σε [[άθλια]] κατάσταση, συνήθως από νερό/βρέξιμο
: ''μας έπιασε βροχή στο δρόμο και '''γίναμε μουνί'''''
: ''μας έπιασε βροχή στο δρόμο και '''γίναμε μουνί'''''
Γραμμή 24: Γραμμή 24:
: ''ο Γιωργάκης παράτησε την ιατρική και έφυγε στο Παρίσι με τη φιλενάδα του, την οποία θα παντρευτεί. Βλέπεις, '''το μουνί σέρνει καράβι'''''
: ''ο Γιωργάκης παράτησε την ιατρική και έφυγε στο Παρίσι με τη φιλενάδα του, την οποία θα παντρευτεί. Βλέπεις, '''το μουνί σέρνει καράβι'''''


===={{συγγενικά}}====
{{-συγγ-}}
* [[μουνάκι]]
* [[μουνάκι]]
* [[μουνάκιας]]
* [[μουνάκιας]]
Γραμμή 30: Γραμμή 30:
* [[μούναρος]]
* [[μούναρος]]
* [[μουνίτσα]]
* [[μουνίτσα]]
===={{σύνθετα}}====
{{-συνθ-}}
* [[γλειφομούνι]]
* [[γλειφομούνι]]
* [[μουνοθύελλα]]
* [[μουνοθύελλα]]
Γραμμή 42: Γραμμή 42:




===={{μεταφράσεις}}====
{{-μτφ-}}
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
* {{en}} : {{τ|en|cunt}}, {{τ|en|twat}}, {{τ|en|pussy}}
* {{en}} : {{τ|en|cunt}}, {{τ|en|twat}}, {{τ|en|pussy}}

Αναθεώρηση της 02:45, 14 Φεβρουαρίου 2010

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μουνί τα μουνιά
      γενική του μουνιού των μουνιών
    αιτιατική το μουνί τα μουνιά
     κλητική μουνί μουνιά
Οι καταλήξεις -ιού, -ιά, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδί» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

  1. μουνί < αρχαία ελληνική μνοῦς (: χνούδι, απαλό μαλλί)
  2. μουνί < αρχαία ελληνική εὐνή (: συζυγικό κρεβάτι, γαμήλια κλίνη)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

μουνί ουδέτερο

  1. το αιδοίο, το γυναικείο αναπαραγωγικό όργανο· αφορά περισσότερο στα εξωτερικά χαρακτηριστικά της περιοχής και όχι στον κόλπο. Χρησιμοποιείται ευρέως στην καθημερινή, αλλά θεωρείται άσεμνη λέξη
  2. (μεταφορικά) για γυναίκα πολύ ελκυστική ή ερωτική
  3. (κατ’ επέκταση) για κάθε γυναίκα, όταν γίνεται αναφορά για υποψήφια σχέση ή υπάρχουσα σχέση με άνδρα
  4. (μεταφορικά) η ακαταστασία, το μπάχαλο
  5. Πρότυπο:μτφρ-υβριστ άτιμος, πρόστυχος ή κακόβουλος άνθρωπος

Εκφράσεις

  • έγινα μουνί: επήλθα σε άθλια κατάσταση, συνήθως από νερό/βρέξιμο
μας έπιασε βροχή στο δρόμο και γίναμε μουνί
  • μουνί καπέλο: άθλια κατάσταση
  • στο μουνί μου: χρησιμοποιείται κυρίως από γυναίκες, (αντίστοιχο του αντρικού "στ' αρχίδια μου") για να δηλώσει αδιαφορία
  • το μουνί σέρνει καράβι: μία γυναίκα εύκολα μπορεί να κάνει έναν άνδρα να εγκαταλείψει κάθε ασχολία του ακόμα και κάτι που ήταν πριν δύσκολο να κάνει αυτός
ο Γιωργάκης παράτησε την ιατρική και έφυγε στο Παρίσι με τη φιλενάδα του, την οποία θα παντρευτεί. Βλέπεις, το μουνί σέρνει καράβι

Συγγενικά

Σύνθετα


Μεταφράσεις

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «μουνι'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'μουνί'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «μουνι».