κρεβάτι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 2: Γραμμή 2:
{{el-κλίσ-'τραγούδι'}}
{{el-κλίσ-'τραγούδι'}}
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < < {{μσν|κρεβάτιον}} < {{λ|κραβάτιον|grc}} (υποκοριστικό του {{λ|κράβατος|grc}} / {{λ|κράββατος|grc}})
: '''{{PAGENAME}}''' < {{μσν|κρεβάτιον}} < {{λ|κραβάτιον|grc}} (υποκοριστικό του {{λ|κράβατος|grc}} / {{λ|κράββατος|grc}})

==={{προφορά}}===
==={{προφορά}}===
{{ΔΦΑ|kɾɛ.ˈva.ti|γλ=el}}
{{ΔΦΑ|kɾɛ.ˈva.ti|γλ=el}}

Αναθεώρηση της 08:30, 2 Φεβρουαρίου 2015

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το κρεβάτι τα κρεβάτια
      γενική του κρεβατιού των κρεβατιών
    αιτιατική το κρεβάτι τα κρεβάτια
     κλητική κρεβάτι κρεβάτια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

κρεβάτι < μεσαιωνική ελληνική κρεβάτιον < κραβάτιον (υποκοριστικό του κράβατος / κράββατος)

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

κρεβάτι ουδέτερο

  1. επίπεδο έπιπλο πάνω στο οποίο κοιμόμαστε
    αυτό το κρεβάτι είναι πολύ αναπαυτικό
  2. κλίνη ξενοδοχείου ή νοσοκομείου αλλά και οι υπηρεσίες που παρέχονται
  3. έθιμο του γάμου, κατά το οποίο συγγενείς και φίλοι αφήνουν χρήματα πάνω στο κρεβάτι των μελλόνυμφων
  4. η ερωτική πράξη // οι επιδόσεις των εραστών κατά τη συνουσία

Εκφράσεις

  • είναι στο κρεβάτι, είναι κρεβατωμένος : είναι άρρωστος, είναι κλινήρης
  • το κρεβάτι του πόνου : το κρεβάτι στο οποίο ο ασθενής υπομένει τους πόνους
  • πέφτω στο κρεβάτι : πέφτω για ύπνο

Συνώνυμα

Μεταφράσεις