παιδί: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ δείτε|παΐδι
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ μορφοποίηση μέσω αντικατάστασης προτύπων
Γραμμή 52: Γραμμή 52:


===={{συγγενικά}}====
===={{συγγενικά}}====
{{(}}
{{((|κολώνες=4}}
* [[παιδάκι]]
* [[παιδάκι]]
* [[παιδαράς]]
* [[παιδαράς]]
Γραμμή 62: Γραμμή 62:
* [[παιδεμός]]
* [[παιδεμός]]
* [[παίδευση]]
* [[παίδευση]]
{{-}}
* [[παιδεύω]]
* [[παιδεύω]]
* [[παιδιά]]
* [[παιδιά]]
Γραμμή 71: Γραμμή 70:
* [[παιδιάστικος]]
* [[παιδιάστικος]]
* [[παιδικάτα]]
* [[παιδικάτα]]
{{-}}
* [[παιδικός]]
* [[παιδικός]]
* [[παιδικότητα]]
* [[παιδικότητα]]
Γραμμή 80: Γραμμή 78:
* [[παιδούλα]]
* [[παιδούλα]]
* [[πεπαιδευμένος]]
* [[πεπαιδευμένος]]
{{)}}
{{))}}


===={{σύνθετα}}====
===={{σύνθετα}}====
{{(}}
{{((|κολώνες=4}}
* [[άπαις]]
* [[άπαις]]
* [[εκπαίδευση]]
* [[εκπαίδευση]]
Γραμμή 95: Γραμμή 93:
* [[παιδεραστής]]
* [[παιδεραστής]]
* [[παιδεραστία]]
* [[παιδεραστία]]
{{-}}
* [[παιδεραστικός]]
* [[παιδεραστικός]]
* [[παιδεράστρια]]
* [[παιδεράστρια]]
Γραμμή 105: Γραμμή 102:
* [[παιδοδοντίατρος]]
* [[παιδοδοντίατρος]]
* [[παιδοκομία]]
* [[παιδοκομία]]
{{-}}
* [[παιδοκόμος]]
* [[παιδοκόμος]]
* [[παιδοκομώ]]
* [[παιδοκομώ]]
Γραμμή 115: Γραμμή 111:
* [[παιδολόι]]
* [[παιδολόι]]
* [[παιδομάζωμα]]
* [[παιδομάζωμα]]
{{-}}
* [[παιδομάνι]]
* [[παιδομάνι]]
* [[παιδομετρία]]
* [[παιδομετρία]]
Γραμμή 125: Γραμμή 120:
* [[παιδότοπος]]
* [[παιδότοπος]]
* [[παιδοτρίβης]]
* [[παιδοτρίβης]]
{{-}}
* [[παιδοφιλία]]
* [[παιδοφιλία]]
* [[παιδοχειρουργός]]
* [[παιδοχειρουργός]]
Γραμμή 135: Γραμμή 129:
* [[παιδοψυχολογικός]]
* [[παιδοψυχολογικός]]
* [[παιδοψυχολόγος]]
* [[παιδοψυχολόγος]]
{{)}}
{{))}}


''και''
''και''


{{(}}
{{((|κολώνες=4}}
* [[αγροτόπαιδο]]
* [[αγροτόπαιδο]]
* [[αλητόπαιδο]]
* [[αλητόπαιδο]]
Γραμμή 145: Γραμμή 139:
* [[βρομόπαιδο]]
* [[βρομόπαιδο]]
* [[γυμνασιόπαιδο]]
* [[γυμνασιόπαιδο]]
{{-}}
* [[διαβολόπαιδο]]
* [[διαβολόπαιδο]]
* [[εργατόπαιδο]]
* [[εργατόπαιδο]]
Γραμμή 151: Γραμμή 144:
* [[καλογερόπαιδο]]
* [[καλογερόπαιδο]]
* [[καλόπαιδο]]
* [[καλόπαιδο]]
{{-}}
* [[κολεγιόπαιδο]]
* [[κολεγιόπαιδο]]
* [[κωλόπαιδο]]
* [[κωλόπαιδο]]
Γραμμή 157: Γραμμή 149:
* [[νοικοκυρόπαιδο]]
* [[νοικοκυρόπαιδο]]
* [[ομορφόπαιδο]]
* [[ομορφόπαιδο]]
{{-}}
* [[παλιόπαιδο]]
* [[παλιόπαιδο]]
* [[πλουσιόπαιδο]]
* [[πλουσιόπαιδο]]
Γραμμή 163: Γραμμή 154:
* [[φτωχόπαιδο]]
* [[φτωχόπαιδο]]
* [[χωριατόπαιδο]]
* [[χωριατόπαιδο]]
{{)}}
{{))}}


===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====

Αναθεώρηση της 19:58, 1 Ιουλίου 2014

Δείτε επίσης: παΐδι

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το παιδί τα παιδιά
      γενική του παιδιού των παιδιών
    αιτιατική το παιδί τα παιδιά
     κλητική παιδί παιδιά
Οι καταλήξεις -ιού, -ιά, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδί» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
παιδιά σε νηπιαγωγείο

Ετυμολογία

παιδί < αρχαία ελληνική παιδίον < υποκοριστικό του παῖς + (κατάληξη υποκοριστικού) Πρότυπο:παραγ-επιθ

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό

παιδί ουδέτερο

  1. νεαρό άτομο μικρής ηλικίας, συνήθως ανάμεσα στην βρεφική και την εφηβική ηλικία, που η σωματική και πνευματική του ανάπτυξη δεν έχει ολοκληρωθεί
    είσαι μεγάλο παιδί πια!
    τα παιδιά δεν πρέπει να παρακολουθούν σκηνές βίας
  2. το νεαρό άτομο που δεν έχει περάσει τα νόμιμα όρια της ενηλικίωσης
    τα παιδιά δεν ψηφίζουν
  3. το νεαρό άτομο με εμφανίσιμα κι ελκυστικά χαρακτηριστικά
    η Μαρία είναι ωραίο παιδί
  4. το τέκνο, ο γόνος, ο γιος ή η κόρη
    οι γονείς οφείλουν να φροντίζουν την υγεία των παιδιών τους
    είχε δύο παιδιά και τρία κορίτσια
  5. ο απόγονος
    είμαστε παιδιά γενναίων πολεμιστών και σπουδαίων ανθρώπων
  6. (για ζώα) το νεογνό, ο νεοσσός
    και τα ζώα φροντίζουν τα παιδιά τους
  7. (μεταφορικά) το άτομο που έχει γαλουχηθεί σε συγκεκριμένες συνθήκες κι έχει επηρεαστεί από συγκεκριμένους παράγοντες
    παιδιά της Κατοχής
  8. υπάλληλος μικρής ηλικίας για ασήμαντες δουλειές και θελήματα
    το παιδί του γραφείου έφερε καφέ στο διευθυντή
    να έρθει το παιδί να πάρει τους φακέλους
  9. (μειωτικό) ο ανώριμος άνθρωπος που δεν συμπεριφέρεται ως ενήλικας
    σοβαρέψου και μη γίνεσαι παιδί!
  10. Πρότυπο:χαιδ ο ενήλικας που εμφανίζει θετικά χαρακτηριστικά (αθωότητα, ευαισθησία, τρυφερότητα κ.λπ.) της παιδικής ηλικίας
    είναι ένα παιδί, μην την πληγώσεις

Εκφράσεις

  • από παιδί : απο μικρή ηλικία
  • η ώρα του παιδιού : η παιγνιώδης διάθεση, μια δραστηριότητα που δε θεωρείται σημαντική
  • κάνε παιδί να δεις καλό! : σχόλιο γονέα που έχει δυσαρεστηθεί από τη συμπεριφορά του παιδιού του
  • ξαναγίνομαι παιδί : συμπεριφέρομαι σαν παιδί ή χαίρομαι με παιδικά πράγματα
  • παιδιά των λουλουδιών : οι νέοι της δεκαετίας του 1960 και του 1970 που τάσσονταν υπέρ της ειρήνης, του έρωτα και της ομορφιάς και κρατούσαν λουλούδια ή φορούσαν ρούχα με λουλούδια. Είχαν μακριά μαλλιά, ατημέλητη εμφάνιση κι έκαναν χρήση μαλακών ναρκωτικών
  • παιδί-θαύμα : το νεαρό άτομο που έχει ταλέντο και ικανότητες ασυνήθιστες για την ηλικία
  • παιδί της μαμάς: μαμμόθρεφτος
  • παιδί του δρόμου : αλητάκι
  • παιδί του λαού : αυτός που έχει διακριθεί κοινωνικά αλλά δεν ξεχνά τη λαϊκή του καταγωγή
  • παιδί του πατέρα / της μητέρας : για κάποιον που μοιάζει στην εμφάνιση ή / και στη συμπεριφορά στον ένα του γονιό
  • παιδιά των φαναριών : νεαρά άτομα που επαιτούν από οδηγούς γύρω από τα φανάρια στους δρόμους
  • του παιδιού μου το παιδί είναι δυο φορές παιδί μου : ο παππούς και η γιαγιά έχουν μεγάλη αδυναμία στα εγγόνια τους
  • χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα : για περιστάσεις με μεγάλη αναστάτωση και σύγχυση

Συγγενικά

Σύνθετα

και

Μεταφράσεις